Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από επιχειρήσεις ή επαγγέλματα

ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 13 - Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από επιχειρήσεις ή επαγγέλματα

1. Φορολογείται αυτοτελώς λογιζόμενο ως εισόδημα:

α) Με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση:

αα) Ολόκληρης επιχείρησης με τα άυλα στοιχεία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια κ.λπ. ή υποκαταστήματος επιχείρησης, όπως αυτό ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 9 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

ββ) Εταιρικών μερίδων ή μεριδίων ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα ή σε κοινοπραξία, εκτός κοινοπραξίας τεχνικών έργων, της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

Για τον υπολογισμό της ωφέλειας, που προκύπτει από τη μεταβίβαση μεριδίων ημεδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, αφαιρείται το κόστος απόκτησής της από την κατώτατη πραγματική αξία που έχουν κατά το χρόνο μεταβίβασης.

Για τον προσδιορισμό της κατώτατης πραγματικής αξίας των μεριδίων που μεταβιβάζονται, ως κατώτατη πραγματική αξία ολόκληρης της εταιρείας λαμβάνεται το άθροισμα: i) των ιδίων κεφαλαίων της, που εμφανίζονται στον τελευταίο πριν από τη μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό, ii) της άυλης αξίας της, iii) της αξίας των ακινήτων της εταιρείας κατά το μέρος που η αξία του καθενός από αυτά, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο μεταβίβασης στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων, υπερβαίνει την αξία κτήσης του και iv) των αυξήσεων των ιδίων κεφαλαίων που έχουν μεσολαβήσει από το χρόνο σύνταξης του τελευταίου επίσημου ισολογισμού μέχρι το χρόνο μεταβίβασης των μεριδίων ή των μειώσεων των ιδίων κεφαλαίων που έχουν γίνει στο ίδιο χρονικό διάστημα.

Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό της άυλης αξίας, αφαιρούνται οι τόκοι των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας, οι οποίοι υπολογίζονται με βάση το μέσο όρο του επιτοκίου των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου ετήσιας διάρκειας, που εκδόθηκαν το Δεκέμβριο του έτους που προηγείται της μεταβίβασης, από το μέσο όρο των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης των πέντε (5) τελευταίων, πριν από τη μεταβίβαση, ισολογισμών και το ποσό που προκύπτει (R) αναπροσαρμόζεται αρχικά με την εφαρμογή της σταθερής ληξιπρόθεσμης ράντας:
και στη συνέχεια το αποτέλεσμα που προκύπτει προσαυξάνεται με τους ακόλουθους ποσοστιαίους συντελεστές, ανάλογα με τα έτη λειτουργίας της επιχείρησης:

Έτη λειτουργίας                                               Συντελεστές

Πάνω από 3 μέχρι 5                                            10%

Πάνω από 5 μέχρι 10                                          20%

Πάνω από 10 μέχρι 15                                        30%

Πάνω από 15                                                       40%

Για την εφαρμογή της πιο πάνω ράντας:

• α = το ποσό που προκύπτει μετά την αναπροσαρμογή και αποτελεί την άυλη αξία της επιχείρησης,

• R = το ποσό που αναπροσαρμόζεται και αναφέρεται στο υπερκέρδος της επιχείρησης,

• n = το πενταετές μελλοντικό χρονικό διάστημα για το οποίο προσδοκάται υπερκέρδος,


η παρούσα αξία του κεφαλαίου, η αξία του οποίου μετά από το πιο πάνω μελλοντικό διάστημα (n) είναι ένα λεπτό του ευρώ,

• i = το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου ετήσιας διάρκειας.

Σε περίπτωση που νόμιμα έχουν καταρτιστεί λιγότεροι των πέντε (5) ισολογισμών, λαμβάνονται υπόψη τα πιο πάνω στοιχεία των εν λόγω ισολογισμών.

Όταν η εταιρεία της οποίας μεταβιβάζονται τα μερίδια έχει προέλθει από μετατροπή ή συγχώνευση άλλων επιχειρήσεων και έχει καταρτίσει λιγότερους από τρεις (3) ισολογισμούς, πριν από τη μεταβίβαση των μεριδίων της, τότε για την εξεύρεση του μέσου όρου των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης, λαμβάνονται υπόψη τα ολικά αποτελέσματα εκμετάλλευσης και τα ίδια κεφάλαια όσων ισολογισμών αυτής υπάρχουν, καθώς και τα αποτελέσματα και τα ίδια κεφάλαια όσων από τους τελευταίους ισολογισμούς των επιχειρήσεων που έχουν μετασχηματισθεί και τηρούσαν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων απαιτούνται, ώστε στο επίπεδο της επιχείρησης να συγκεντρωθούν τρεις (3) ισολογισμοί.

Προκειμένου για μεταβιβάσεις μεριδίων από επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ως κόστος απόκτησης των μεταβιβαζόμενων μεριδίων λαμβάνεται αυτό που έχει καταχωρηθεί στα βιβλία τους, ανεξάρτητα από το χρόνο απόκτησής τους.

Για τα φυσικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις με βιβλία Α΄ ή Β΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, που μεταβιβάζουν μερίδια, ως κόστος απόκτησης λαμβάνεται η ελάχιστη αξία μεταβίβασης των μεριδίων, η οποία έχει υπολογισθεί κατά την απόκτησή τους, με βάση τις διατάξεις του παρόντος ή της 1030366/10307/Β0012/Πολ. 1053/1.4.2003  ΑΥΟ (ΦΕΚ Β΄ 477), η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 5 του άρθρου 3 του N 3091/2002 (ΦΕΚ Α΄ 330) ή της 1119720/1980/Α0012/Πολ. 1259/1999  ΑΥΟ (ΦΕΚ Β΄ 2227), η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 11 του άρθρου 3 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249) ανάλογα με το χρόνο απόκτησής τους, κατά περίπτωση.

Αν τα μεταβιβαζόμενα μερίδια ή μέρος αυτών έχουν αποκτηθεί πριν από το χρόνο έναρξης ισχύος της προγενέστερης από τις πιο πάνω αποφάσεις, ως αξία κτήσης λαμβάνεται αυτή που οριστικοποιήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατά την εφαρμογή των διατάξεων φορολογίας εισοδήματος ή κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών ή σε περίπτωση μη οριστικοποίησης, η δηλωθείσα αξία. Όταν τα μεταβιβαζόμενα μερίδια έχουν αποκτηθεί κατά την ίδρυση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, ως κόστος απόκτησης των μεριδίων αυτών λαμβάνεται η αξία τους, όπως αυτή αναφέρεται στο καταστατικό της εταιρείας. Εάν μέχρι το χρόνο μεταβίβασης των μεριδίων έχει λάβει χώρα τυχόν αύξηση ή μείωση του κεφαλαίου, ως κόστος απόκτησης λαμβάνεται ο μέσος όρος του κεφαλαίου των πέντε (5) προηγούμενων χρήσεων πριν από τη μεταβίβαση και σε περίπτωση κατά την οποία έχουν παρέλθει λιγότερες από τις πέντε (5) χρήσεις, ως κόστος απόκτησης λαμβάνεται ο μέσος όρος του κεφαλαίου αυτών των χρήσεων.

Αν από το συμβολαιογραφικό έγγραφο ή το ιδιωτικό συμφωνητικό προκύπτει αξία μεταβίβασης μεγαλύτερη της ελάχιστης αξίας που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις παραπάνω παραγράφους, ως αξία πώλησης λαμβάνεται η συμφωνηθείσα.

Η διάταξη της περ. α΄ της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και για μεταβιβάσεις μεριδίων αλλοδαπών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης από ημεδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Για τον υπολογισμό της ωφέλειας, που προκύπτει από τη μεταβίβαση μεριδίων αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, αφαιρείται το κόστος απόκτησής τους από τη συμφωνηθείσα αξία πώλησης των μεριδίων [74] .

Με μεταβίβαση εταιρικών μερίδων ή μεριδίων εξομοιώνεται και η μη συμμετοχή εταίρου στην αύξηση του κεφαλαίου προσωπικής εταιρείας ή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης [75] .

Αν μεταβιβαστεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας από γονέα προς τα τέκνα του ή από σύζυγο σε σύζυγο, λόγω συνταξιοδότησης του μεταβιβάζοντος, δεν υπόκειται σε φόρο υπεραξίας. Αν όμως η ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία διαθέτει ακίνητο στα πάγια περιουσιακά της στοιχεία, η αντικειμενική αξία του ακινήτου, που ισχύει κατά το έτος αποτίμησης της επιχείρησης, φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) επί του ποσοστού του μεριδίου που μεταβιβάζεται. Αν μεταβιβαστεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο προσωπικής εταιρείας ή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης από δικαιούχο με βαθμό συγγένειας της Α΄ κατηγορίας της παρ. 1 του άρθρου 29 του N 2961/2001, η υπεραξία φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) [76] . Για τις ίδιες μεταβιβάσεις από δικαιούχους με βαθμό συγγένειας της Β΄ κατηγορίας της παρ. 1 του άρθρου 29 του Ν 2961/2001  η υπεραξία φορολογείται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) [77] .

β) Με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) [78] κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από την εκχώρηση ή μεταβίβαση αυτοτελώς κάθε δικαιώματος, το οποίο είναι συναφές με την άσκηση της επιχείρησης ή του επαγγέλματος, όπως του δικαιώματος της μίσθωσης ή υπομίσθωσης ή του προνομίου ή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας και άλλων παρόμοιων δικαιωμάτων καθώς και της άδειας κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων ή μοτοσικλετών δημόσιας χρήσης που μεταβιβάζονται. Με εκχώρηση εξομοιώνεται και η παραίτηση από μισθωτικά δικαιώματα.

γ) Με συντελεστή είκοσι εκατό (20%) [79] κάθε ποσό που καταβάλλεται, πέρα από τα μισθώματα, από το μισθωτή προς τον εκμισθωτή, σε περίπτωση μίσθωσης ακινήτου μόνου του ή μαζί με τον οποιονδήποτε εξοπλισμό ή εγκατάσταση που τυχόν διαθέτει. Τα αναφερόμενα στα επόμενα εδάφια αυτής της παραγράφου, καθώς και στην παρ. 8 του άρθρου 81, εφαρμόζονται ανάλογα και σ΄ αυτή την περίπτωση [80] .

Ο δικαιούχος του κέρδους ή της ωφέλειας, που προκύπτει από την εφαρμογή αυτής της παραγράφου, επιβαρύνεται με τον οικείο φόρο και καταβάλλει αυτόν εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης της οποίας μεταβιβάζεται ή εκχωρείται το περιουσιακό στοιχείο, πριν από τη με οποιονδήποτε τρόπο μεταβίβαση ή εκχώρηση του οικείου περιουσιακού στοιχείου. Η σχετική δήλωση υποβάλλεται σε τρία (3) αντίτυπα από τα οποία τα δύο (2) επιστρέφονται θεωρημένα στο δικαιούχο του κέρδους ή της ωφέλειας. Εάν η οικεία πράξη μεταβίβασης ή εκχώρησης γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ υποχρεούται να αρνηθεί τη θεώρηση του εγγράφου αυτού, εάν δεν επισυνάπτεται σε αυτό αντίτυπο της οικείας δήλωσης και δεν αναγράφονται στο σώμα του εγγράφου τα στοιχεία αυτής. Στο ιδιωτικό αυτό έγγραφο πρέπει απαραιτήτως να αναγράφεται το κέρδος ή η ωφέλεια που προέκυψε από την εκχώρηση του δικαιώματος ή του εταιρικού μεριδίου ή ολόκληρης της επιχείρησης. Σε περίπτωση εκχώρησης ή μεταβίβασης περιουσιακού στοιχείου από τα αναφερόμενα στη διάταξη αυτή, χωρίς να υποβληθεί η οικεία δήλωση από το δικαιούχο του κέρδους ή της ωφέλειας για να καταβληθεί με βάση αυτή ο φόρος εφάπαξ, το πρόσωπο που αποκτά το περιουσιακό στοιχείο είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον συνυπεύθυνο με τον μεταβιβάζοντα ή εκχωρούντα για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται [81] .

Όταν δικαιούχοι των εισοδημάτων της παραγράφου αυτής είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του πιο πάνω φόρου δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά τα εισοδήματα αυτά φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις [82] .

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται στα φυσικά πρόσωπα και στους υπόχρεους της παρ. 4 του άρθρου 2 του ΚΦΕ για τα ποσά του πρώτου εδαφίου της περ. γ’ της παραγράφου αυτής [83] .

2. Φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) η πραγματική αξία πώλησης μετοχών ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, οι οποίες μεταβιβάζονται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά. Για τον προσδιορισμό της πραγματικής αξίας των μετοχών για την επιβολή του φόρου πέντε τοις εκατό (5%) λαμβάνεται υπόψη και η κατώτατη πραγματική αξία των μετοχών που μεταβιβάζονται, η οποία εξευρίσκεται ως ακολούθως:

α) Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας, που εμφανίζονται στον τελευταίο πριν από τη μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό και όπως αυτά διαμορφώνονται μετά από αύξηση ή μείωση που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι και την προηγούμενη ημέρα της μεταβίβασης, προσαυξάνονται με την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων των πέντε (5) τελευταίων διαχειριστικών περιόδων πριν από τη μεταβίβαση. Στο αποτέλεσμα που προκύπτει προστίθεται και η υφιστάμενη διαφορά μεταξύ της αξίας των ακινήτων της εταιρείας, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο της μεταβίβασης στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων και της εμφανιζόμενης στα βιβλία αξίας κτήσης αυτών, αν η δεύτερη είναι μικρότερη της πρώτης. Το ποσό που προκύπτει σύμφωνα με τα πιο πάνω, διαιρούμενο δια του αριθμού των υφιστάμενων κατά το χρόνο μεταβίβασης μετοχών, αντιπροσωπεύει την ελάχιστη πραγματική αξία της κάθε μετοχής, η οποία λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό της αξίας των μετοχών που μεταβιβάζονται.

β) Ως απόδοση ιδίων κεφαλαίων λαμβάνεται ο λόγος του μέσου όρου των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης (προ φόρων) των πέντε (5) τελευταίων, πριν από τη μεταβίβαση, ισολογισμών και του μέσου όρου των ιδίων κεφαλαίων της ίδιας χρονικής περιόδου. Σε περίπτωση που νόμιμα έχουν καταρτισθεί λιγότεροι από πέντε (5) ισολογισμοί, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία των ισολογισμών αυτών. Αν το άθροισμα των ολικών αποτελεσμάτων είναι αρνητικό, δεν λαμβάνεται υπόψη καμία απόδοση.

γ) Όταν η εταιρεία της οποίας μεταβιβάζονται οι μετοχές έχει προέλθει από μετατροπή ή συγχώνευση άλλων ανωνύμων εταιρειών ή άλλων μορφών επιχειρήσεων και η μεταβίβαση λαμβάνει χώρα πριν από τη σύνταξη τριών ισολογισμών, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία της προηγούμενης περίπτωσης, που προκύπτουν και από τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων που έχουν μετασχηματισθεί, εφόσον τηρούσαν βιβλία Γ’ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ώστε να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία τριών ισολογισμών συνολικά.

δ) Σε περίπτωση που από το συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό συμφωνητικό προκύπτει ως πραγματική αξία μεταβίβασης μετοχών μεγαλύτερη αυτής που προκύπτει, σύμφωνα με τις διατάξεις των υποπερ. α’ έως γ’ της παρούσας παραγράφου, λαμβάνεται υπόψη η συμφωνηθείσα.

Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και για μεταβιβάσεις μετοχών αλλοδαπών ανωνύμων εταιρειών μη εισηγμένων σε διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό από ημεδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή, ο φόρος επιβάλλεται επί της συμφωνηθείσας αξίας πώλησης των μετοχών [84] , [85] .

Για την καταβολή του φόρου αυτού και την υποβολή της σχετικής δήλωσης έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και επί εισφοράς των τίτλων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, για την κάλυψη του κεφαλαίου νεοϊδρυόμενης, ημεδαπής ή αλλοδαπής εταιρείας ή για την αύξηση του κεφαλαίου υφιστάμενης. Ως πραγματική αξία των μετοχών που εισφέρονται για την κάλυψη ή αύξηση του κεφαλαίου ημεδαπής εταιρείας, λαμβάνεται η αξία η οποία προσδιορίζεται από την Εκτιμητική Επιτροπή του άρθρου 9 του ΚΝ 2190/1920  [86] .

Όταν δικαιούχοι των εισοδημάτων της παραγράφου αυτής είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του πιο πάνω φόρου δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά τα κέρδη από τις συναλλαγές αυτές φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις [87] .

3. Η καθοριζόμενη αμοιβή που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του ΠΔ 696/1974 , όπως ισχύει, όσων ασχολούνται ατομικώς με την ανέγερση οικοδομών προς πώληση, εφόσον αυτοί με την ιδιότητά τους ως αρχιτέκτονες ή πολιτικοί μηχανικοί εκπόνησαν μερικώς ή ολικώς τη μελέτη ή επέβλεψαν την εκτέλεση των εργασιών του οικοδομικού έργου, θεωρείται ότι αποκτάται στο ημερολογιακό έτος που πραγματοποιείται η πρώτη πώληση από το ακίνητο και φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πλέον εισφοράς ΟΓΑ δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στην πιο πάνω αμοιβή μειωμένη κατά δέκα τοις εκατό (10%) και καταβάλλεται με δήλωση που υποβάλλεται μέσα στο μήνα Ιανουάριο κάθε χρόνου [88] , [89] .

4. Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός, ο οποίος αναλαμβάνει τη σύνταξη της μελέτης ή την επίβλεψη ανέγερσης οικοδομής, συμμετέχει στην επιχείρηση που αναλαμβάνει την ανέγερση και πώληση της οικοδομής, την οποία αφορά η μελέτη ή η επίβλεψη, επιβάλλεται σε βάρος της επιχείρησης φόρος εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της καθοριζόμενης αμοιβής που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του ΠΔ 696/1974  όπως ισχύει, ανεξάρτητα από κάθε άλλη επιβάρυνση των αποτελεσμάτων της επιχείρησης από φόρο εισοδήματος, πλέον εισφοράς ΟΓΑ δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου [90] . Σε περίπτωση εφαρμογής της διάταξης αυτής της παραγράφου, ο δικαιούχος της αμοιβής αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός ή μηχανολόγος ή ηλεκτρολόγος μηχανικός, καθώς και τα λοιπά πρόσωπα που συμμετέχουν στην επιχείρηση, απαλλάσσονται από κάθε άλλη επιβάρυνση από φόρο εισοδήματος από την αιτία αυτή. Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πριν από τη χρονολογία έκδοσης της πολεοδομικής άδειας, κατατεθεί για το σκοπό αυτό στη δημόσια οικονομική υπηρεσία της έδρας της επιχείρησης, κοινή δήλωση αυτού που συνέταξε τη μελέτη ή θα επιβλέψει την εκτέλεση του έργου μηχανικού και της επιχείρησης και συγχρόνως καταβληθεί ο φόρος που αναλογεί σύμφωνα με τα παραπάνω. Σε περίπτωση που δεν υποβληθεί δήλωση και δεν καταβληθεί ο φόρος, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 50 και 52 παρ. 488.

5. Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός που υπογράφει τη μελέτη ή αναλαμβάνει την επίβλεψη είναι μισθωτός της επιχείρησης η οποία αναλαμβάνει τη μελέτη ή επίβλεψη ή ανέγερση της οικοδομής, η επιχείρηση μπορεί να ζητήσει να επιβληθεί σε αυτή φόρος δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της καθοριζόμενης αμοιβής που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του ΠΔ 696/1974  όπως ισχύει, πλέον εισφοράς ΟΓΑ δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου [91] . Το ποσό της αμοιβής μειώνεται κατά το ποσό των ακαθάριστων αποδοχών από μισθωτές υπηρεσίες που καταβάλλονται στον παραπάνω μηχανικό κατά το χρονικό διάστημα από την έναρξη της μελέτης μέχρι την αποπεράτωση της οικοδομής. Ο φόρος της παραγράφου αυτής καταβάλλεται πριν από την έκδοση της πολεοδομικής άδειας. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως. Αν η επιχείρηση δεν ζητήσει την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων για το ποσό της αμοιβής που φορολογείται κατά τις διατάξεις αυτές, το ποσό αυτό λογίζεται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες του μηχανικού, ο οποίος υπέγραψε τη μελέτη και ανέλαβε την επίβλεψη, για το οποίο η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει δήλωση και να καταβάλει το φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 5988.

6. Στις αποζημιώσεις ή τα δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή σε φυσικά πρόσωπα κατοίκους αλλοδαπής που δεν ασκούν επάγγελμα ή επιχείρηση στην Ελλάδα:

α) για τη χρήση ή παραχώρηση της χρήσης τεχνικών μεθόδων παραγωγής, τεχνικής ή τεχνολογικής βοήθειας, δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας, σημάτων και προνομίων, σχεδίων ή προτύπων γενικά, αποτελεσμάτων ερευνών, κινηματογραφικών και τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές, αναπαραγωγής βιντεοκασετών, πνευματικής ιδιοκτησίας, αναδημοσίευσης άρθρων και μελετών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων,

β) για την εκμίσθωση μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και γενικά κινητών πραγμάτων, την επισκευή και συντήρηση μηχανημάτων και λοιπού εξοπλισμού, την οργάνωση επιχειρήσεων, την εκπαίδευση προσωπικού και για την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας και κάθε είδους συμβουλών στην Ελλάδα, καθώς και στις αμοιβές, που καταβάλλονται σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες κατοίκους ξένων χωρών για τη συμμετοχή τους σε διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα, ενεργείται από τον υπόχρεο για την καταβολή, παρακράτηση φόρου εισοδήματος που βαρύνει το δικαιούχο της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής.

Ομοίως, ενεργείται παρακράτηση φόρου και στα ποσά που καταβάλλονται σε αλλοδαπά αθλητικά σωματεία, επαγγελματικά ή μη, καθώς και σε οποιοδήποτε τρίτο αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για τη μεταβίβαση σε ημεδαπά αθλητικά σωματεία, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή τους, του δικαιώματος χρησιμοποίησης αλλοδαπών ποδοσφαιριστών, καλαθοσφαιριστών, πετοσφαιριστών, υδατοσφαιριστών και λοιπών αθλητών [92] .

Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στο ακαθάριστο ποσό της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής, ανεξάρτητα αν για την καταβολή αυτήν απαιτείται ή όχι απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 7 του Ν 4171/1961  (ΦΕΚ Α΄ 93), όπως ισχύει, με συντελεστή:

αα) Είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) για αποζημιώσεις ή δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις ή φυσικά πρόσωπα για τη χρήση ή παραχώρηση χρήσης στην Ελλάδα κινηματογραφικών ή τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές και για την αναπαραγωγή βιντεοκασετών [93] .

ββ) Είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) για αποζημιώσεις ή δικαιώματα ή αμοιβές των λοιπών περιπτώσεων της παραγράφου αυτής93.

Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου από το φόρο εισοδήματος για τα εισοδήματά του αυτά.

Σε όλες τις περιπτώσεις, στον αλλοδαπό δικαιούχο καταβάλλεται η διαφορά μεταξύ του ποσού της αποζημίωσης, δικαιώματος ή αμοιβής, που δικαιούται να λάβει και του παρακρατούμενου φόρου που αναλογεί στο ποσό αυτής.

Η παρακράτηση του φόρου που οφείλεται ενεργείται κατά την πίστωση ή την καταβολή της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής στο δικαιούχο και η απόδοσή του γίνεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.

Οι τράπεζες υποχρεούνται να αρνηθούν την παροχή του ποσού συναλλάγματος ή ευρώ, που αναλογεί για την αποστολή στο εξωτερικό των αποζημιώσεων, δικαιωμάτων και αμοιβών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, αν δεν προσκομισθεί σε αυτές αποδεικτικό καταβολής στο Δημόσιο του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματα αυτά88, [94] .

7. Στα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή και τα οποία καταβάλλει ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα εταιρείας κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδεδεμένη εταιρεία άλλου κράτους - μέλους ή σε μόνιμη εγκατάσταση συνδεδεμένης εταιρείας κράτους - μέλους ευρισκόμενη σε άλλο κράτος - μέλος, δεν ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος. Ως δικαιώματα νοούνται οι πληρωμές πάσης φύσεως που λαμβάνονται σε αντάλλαγμα της χρήσης ή του δικαιώματος χρήσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού ή επιστημονικού έργου, συμπεριλαμβανομένων των κινηματογραφικών ταινιών και λογισμικού, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, εμπορικών σημάτων, σχεδίων ή υποδειγμάτων, σχεδιαγραμμάτων, απόρρητων χημικών τύπων ή μεθόδων κατεργασίας ή σε αντάλλαγμα πληροφοριών που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική πείρα, καθώς και οι πληρωμές για τη χρήση ή για το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού. Για την εφαρμογή των αναφερόμενων στην παράγραφο αυτή διατάξεων, μία εταιρεία θεωρείται «συνδεδεμένη» με άλλη εταιρεία εφόσον, τουλάχιστον η πρώτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στο μετοχικό κεφάλαιο της δεύτερης εταιρείας ή η δεύτερη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο της πρώτης εταιρείας ή μία τρίτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης εταιρείας και υπό τον όρο ότι σε όλες τις αναφερόμενες πιο πάνω περιπτώσεις, η συμμετοχή κατέχεται χωρίς διακοπή για δύο έτη. Η απαλλαγή από την παρακράτηση παρέχεται με την προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος των δικαιωμάτων δέχεται τις πληρωμές για δικό του λογαριασμό και όχι με την ιδιότητα του αντιπροσώπου και εφόσον προσκομίσει σχετική βεβαίωση που ισχύει για δύο έτη από την ημερομηνία χορήγησής της. Η βεβαίωση πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία του δικαιούχου:

α) ότι έχει την έδρα της πραγματικής διοίκησής του σε ένα συγκεκριμένο κράτος - μέλος της ευρωπαϊκής Ένωσης,

β) ότι υπόκειται στο πιο άνω κράτος - μέλος που έχει την έδρα του σε φόρο εισοδήματος χωρίς να τυγχάνει απαλλαγής από αυτόν,

γ) ότι κατέχει την πιο πάνω αναφερόμενη συμμετοχή χωρίς διακοπή τουλάχιστον για δύο έτη,

δ) ότι το εισόδημα από τα δικαιώματα που αποκτά, σε περίπτωση που αυτός είναι μόνιμη εγκατάσταση άλλης εταιρείας, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος στο κράτος - μέλος όπου έχει τη μόνιμη εγκατάσταση και ότι η εταιρεία της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχ. α΄, β΄, γ΄ και ε’ του παρόντος άρθρου,

ε) ότι έχει μία από τις μορφές που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, σύμφωνα με το Παράρτημα της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ (L. 157/49). Με την ίδια απόφαση θα καθοριστούν ο τρόπος και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εφαρμογή των αναφερόμενων στο άρθρο αυτό.

Εξαιρετικά, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου οκτώ ετών που αρχίζει από την 1η Ιουλίου 2005, κατά την καταβολή των αναφερόμενων πιο πάνω δικαιωμάτων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) κατά τα πρώτα τέσσερα έτη και πέντε τοις εκατό (5%) κατά τα τελευταία τέσσερα έτη, εκτός εάν από την οικεία διμερή σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολογίας εισοδήματος προβλέπεται ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση. Για την παρακράτηση και την απόδοση του φόρου αυτού έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου. Μέχρι την έναρξη της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται πιο πάνω, κατά την καταβολή των υπόψη δικαιωμάτων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των διμερών συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας ή της εσωτερικής νομοθεσίας, κατά περίπτωση [95] .

8. Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που αναλαμβάνουν στην Ελλάδα κατάρτιση μελετών και σχεδίων ή τη διεξαγωγή ερευνών τεχνικής, οικονομικής ή επιστημονικής γενικά φύσεως, ανεξάρτητα αν αυτές εκπονούνται στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή ή την επίβλεψη και συντονισμό εκτέλεσης τεχνικών έργων που πραγματοποιούνται από τρίτους στην Ελλάδα ή την παροχή επιστημονικής φύσεως συμβουλών προς τον κύριο του εκτελούμενου στην Ελλάδα τεχνικού έργου, επιβάλλεται, για τα καθαρά κέρδη που αποκτούν από τις υπηρεσίες αυτές, φόρος εισοδήματος με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) [96] , ο οποίος υπολογίζεται στη συνολική ακαθάριστη αμοιβή τους. Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον υπόχρεο για την καταβολή κατά την εκάστοτε πίστωση ή την καταβολή της αμοιβής στο δικαιούχο και αποδίδεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία το βραδύτερο μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.

Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών για τα κέρδη που αποκτούν από τις υπηρεσίες αυτές.

Οι τράπεζες υποχρεούνται να αρνηθούν την παροχή του ποσού συναλλάγματος ή ευρώ που αναλογεί για την αποστολή στο εξωτερικό εισοδημάτων, που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, αν δεν προσκομισθεί σε αυτές αποδεικτικό καταβολής στο Δημόσιο του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματα αυτά95, [97] .

9. Στις αλλοδαπές εταιρείες και οργανισμούς που αναλαμβάνουν την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα, επιβάλλεται φόρος εισοδήματος για τα καθαρά κέρδη που αποκτούν από τις εργασίες αυτές, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή που ορίζεται:

α) Τρία και πενήντα τοις εκατό (3,50%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου γενικά, ανεξάρτητα αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη ή όχι.

β) Τέσσερα και είκοσι τοις εκατό (4,20%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των ιδιωτικών έργων, γενικά.

γ) Οκτώ και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (8,75%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων χωρίς την αξία των υλικών για έργα που αναφέρονται στην πιο πάνω περ. β΄, για τα οποία ο εργολήπτης δεν χρησιμοποιεί δικά του υλικά. Ο παραπάνω τρόπος φορολογίας εφαρμόζεται στις αλλοδαπές εργοληπτικές εταιρείες και οργανισμούς, που συμβάλλονται απευθείας με το Δημόσιο και τα λοιπά πρόσωπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο95, [98] .

Ο φόρος που επιβάλλεται στις πιο πάνω περιπτώσεις παρακρατείται από τον, υπόχρεο για την καταβολή, εργοδότη κατά την εκάστοτε πίστωση ή την καταβολή της αξίας του έργου στο δικαιούχο και αποδίδεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.

Με την παρακράτηση του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των αλλοδαπών εταιρειών και οργανισμών για τα κέρδη που αποκτούν από τις εργασίες αυτές.

Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις αλλοδαπές εταιρείες και οργανισμούς που ασχολούνται με την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 12 του Ν 542/1977  (ΦΕΚ Α΄ 41)95, [99] .

10. 95, [100]

11. 95, [101]

12. Οι αμοιβές που καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του Κράτους, τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (ΕΟΤ), το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης - Θεσσαλονίκη 1997, το Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής», καθώς και την Εθνική Λυρική Σκηνή σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες ξένων χωρών, για τη συμμετοχή τους σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα, φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) [102] . Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των δικαιούχων για τις ως άνω αμοιβές95, [103] .

13. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται σε αθλητές εθνικών ομάδων, ως επιβράβευση αυτών από το Δημόσιο, λόγω επίτευξης διεθνών στόχων ατομικώς ή ομαδικώς, καθώς και τα χρηματικά ποσά των πάσης φύσεως χορηγιών που καταβάλλονται στους ανωτέρω αθλητές, φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου είκοσι τοις εκατό (20%) [104] . Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των δικαιούχων για τα ποσά αυτά.

Τα χρηματικά ποσά που καταβλήθηκαν από το Δημόσιο στους αθλητές των εθνικών ομάδων, ως επιβράβευση για τις διακρίσεις τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες και την Παραολυμπιάδα της Ατλάντα το 1996, και από τα οποία παρακρατήθηκε φόρος δεκαπέντε τοις εκατό (15%) θεωρούνται ότι φορολογήθηκαν αυτοτελώς και εξαντλήθηκε η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων αθλητών από το φόρο εισοδήματος. Σε περίπτωση που τα ποσά αυτά έχουν δηλωθεί με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους από τους δικαιούχους, τα ποσά του φόρου που βεβαιώθηκαν ή καταβλήθηκαν από τους δικαιούχους των χρηματικών ποσών συμψηφίζονται με το φόρο αυτής της παραγράφου και ο φόρος που τυχόν βεβαιώθηκε ή καταβλήθηκε επιπλέον, διαγράφεται ή επιστρέφεται κατά περίπτωση 95, [105] .

14. 95, [106]

[ 74 ]. Όπως μετά το πρώτο εδάφιο της υποπερ. ββ΄ της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 προστέθηκαν δεκατέσσερα νέα εδάφια με το άρθρο 11 του Ν 3522/2006  (ΦΕΚ Α΄ 276/22.12.2006), ισχύς για εισοδήματα οικονομικού έτους 2006 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 39 περ. στ΄ του ιδίου νόμου.

[ 75 ]. Όπως το τελευταίο της υποπερ. ββ΄ της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 5 του Ν 2954/2001  (ΦΕΚ Α΄ 255/2.11.2001), ισχύς από 2.11.2001, σύμφωνα με το άρθρο 23 του ιδίου νόμου. Προηγουμένως, η υποπερ. ββ΄ είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999, ισχύς από 17.11.1999, σύμφωνα με το άρθρο 26 περ. θ΄ του ιδίου νόμου).

[ 76 ]. Όπως το προτελευταίο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 21 παρ. 14 του Ν 3943/2011  (ΦΕΚ Α΄ 66/31.3.2011), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ. Το αντικατασταθέν εδάφιο όριζε: «Αν μεταβιβαστεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο προσωπικής εταιρείας από δικαιούχο με βαθμό συγγένειας της Α΄ κατηγορίας της παρ. 1 του άρθρου 29 του Ν 2961/2001 , η υπεραξία φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%).»

[ 77 ]. Όπως τα τρία τελευταία εδάφια της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 5 παρ. 2α του Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου. Τα αντικατασταθέντα εδάφια όριζαν: «Αν μεταβιβασθεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, από γονέα προς τα τέκνα του ή από σύζυγο σε σύζυγο, λόγω συνταξιοδότησης του μεταβιβάζοντος, ο συντελεστής φορολογίας της περ. αυτής μειώνεται από 20% σε 10%, για μεταβιβάσεις που γίνονται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2000. Μεταβιβάσεις που γίνονται μετά το χρόνο αυτόν δεν υπόκεινται σε φόρο υπεραξίας. Προκειμένου για μεταβιβάσεις από επαχθή αιτία στοιχείων των παραπάνω υποπερ. αα΄ και ββ΄ σε δικαιούχους που υπάγονται στην Α΄ ή Β΄ κατηγορία του άρθρου 29 του Ν 2961/2001 (ΦΕΚ Α΄ 266), η πραγματική αξία πώλησης αυτών φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή ένα και δύο δέκατα τοις εκατό (1,2%) και δύο και τέσσερα δέκατα τοις εκατό (2,4%), αντίστοιχα.» Προηγουμένως, τα δύο εδάφια πριν το τελευταίο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 είχαν προστεθεί με το άρθρο 3 παρ. 12 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999), ισχύς από 1.1.1999, σύμφωνα με το άρθρο 26 περ. θ΄ του ιδίου νόμου και το τελευταίο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 είχε προστεθεί με το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002), ισχύς από 1.1.2003 για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται από την ημερομηνία αυτή και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. α΄ του ιδίου νόμου. Η περ. α΄ είχε προηγουμένως αντικατασταθεί από το άρθρο 15 παρ. 1 του Ν 2459/1997  (ΦΕΚ Α΄ 17/18.2.1997, ισχύς από 18.2.1997, σύμφωνα με το άρθρο 40 περ. ε΄ του ιδίου νόμου).

[ 78 ]. Όπως οι συντελεστές παρακράτησης που ορίζονται από τις διατάξεις των περ. β΄ και γ΄ της παραγράφου του άρθρου 13 μειώθηκαν σε είκοσι τοις εκατό (20%) από τριάντα τοις εκατό (30%) και είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) αντίστοιχα, με το άρθρο 9 παρ. 2 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002, ισχύς για ποσά που καταβάλλονται ή πιστώνονται από 1.1.2003 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. ζ΄ του ιδίου νόμου).

[ 79 ]. Βλ. προηγούμενη υποσημείωση.

[ 80 ]. Όπως η περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ. 3 του Ν 2390/1996  (ΦΕΚ Α΄ 54/21.3.1996, ισχύς από 21.3.1996).

[ 81 ]. Όπως το τρίτο πριν το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από τέσσερα νέα εδάφια από το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν 2386/1996  (ΦΕΚ Α΄ 43/7.3.1996, ισχύς από 7.3.1996, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ιδίου νόμου).

[ 82 ]. Όπως το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ. 6 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002), ισχύς από το οικονομικό έτος 2003 για εισοδήματα αυτού του οικονομικού έτους και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. γ΄ του ιδίου νόμου.

[ 83 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 προστέθηκε με το άρθρο 5 παρ. 7 του Ν 3522/2006  (ΦΕΚ Α΄ 276/22.12.2006), ισχύς από 1.1.2007 για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την ημερομηνία αυτή και μετά, κατά το άρθρο 39 περ. α΄ του ιδίου νόμου.

[ 84 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 13, το οποίο είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 33 του Ν 2778/1999  (ΦΕΚ Α΄ 295/30.12.1999), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 33 του ιδίου νόμου, αντικαταστάθηκε εκ νέου από το άρθρο 10 παρ. 1 του Ν 3522/2006  (ΦΕΚ Α΄ 276/22.12.2006, ισχύς για εισοδήματα του οικονομικού έτους 2006 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 39 περ. στ΄ του ιδίου νόμου). Το αντικατασταθέν εδάφιο όριζε: «Φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) η πραγματική αξία πώλησης μετοχών ή παραστατικών τίτλων μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή αλλοδαπό χρηματιστήριο ή σε άλλο διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό, που μεταβιβάζονται από ιδιώτες ή από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά».

[ 85 ]. Όπως το πέμπτο εδάφιο από το τέλος της παρ. 2 του άρθρου 13 το οποίο είχε προστεθεί με το άρθρο 3 παρ. 4 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002, ισχύς από 1.1.2003 για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται από την ημερομηνία αυτή και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. α΄ του ιδίου νόμου), καταργήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 2β Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου. Το καταργηθέν εδάφιο όριζε: «Το τελευταίο εδάφιο της περ. α΄ της προηγούμενης παρ. 1 εφαρμόζεται ανάλογα».

[ 86 ]. Όπως τα δύο εδάφια πριν το τελευταίο της παρ. 2 του άρθρου 13 προστέθηκαν με το άρθρο 36 του Ν 3427/2005  (ΦΕΚ Α΄ 312/27.12.2005), ισχύς από 1.1.2006, σύμφωνα με το άρθρο 53 του ιδίου νόμου.

[ 87 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 13 προστέθηκε με το άρθρο 10 παρ. 2 του Ν 3522/2006  (ΦΕΚ Α΄ 276/22.12.2006), ισχύς από 1.1.2007 για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την ημερομηνία αυτή και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 39 περ. α΄ του ιδίου νόμου. Η παρ. 2 του άρθρου 13 είχε προστεθεί με το άρθρο 3 παρ. 4 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999), ισχύς από 17.11.1999, σύμφωνα με το άρθρο 26 περ. θ΄ του ιδίου νόμου.

[ 88 ]. Όπως οι πρώην παρ. 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 13 αναριθμήθηκαν σε παρ. 3, 4, 5 και 6, αντίστοιχα, μετά την προσθήκη νέας παρ. 2, με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ).

[ 89 ]. Όπως η παρ. 3 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 20 παρ. 8α του Ν 3943/2011  (ΦΕΚ Α΄ 66/31.3.2011), ισχύς από 1.7.2011, σύμφωνα με την παρ. 8θ του ίδιου άρθρου. Η αντικατασταθείσα παράγραφος όριζε: «3. Η νόμιμη αμοιβή όσων ασχολούνται ατομικώς με την ανέγερση οικοδομών προς πώληση, εφόσον αυτοί με την ιδιότητά τους ως αρχιτέκτονες ή πολιτικοί μηχανικοί εκπόνησαν μερικώς ή ολικώς τη μελέτη ή επέβλεψαν την εκτέλεση των εργασιών του οικοδομικού έργου, θεωρείται ότι αποκτάται στο ημερολογιακό έτος που πραγματοποιείται η πρώτη πώληση από το ακίνητο και φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πλέον εισφοράς ΟΓΑ δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στη νόμιμη αμοιβή μειωμένη κατά δέκα τοις εκατό (10%) και καταβάλλεται με δήλωση που υποβάλλεται μέσα στο μήνα Ιανουάριο κάθε χρόνου.»

[ 90 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 20 παρ. 8β του Ν 3943/2011  (ΦΕΚ Α΄ 66/31.3.2011), ισχύς από 1.7.2011, σύμφωνα με την παρ. 8θ του ίδιου άρθρου. Το αντικατασταθέν εδάφιο όριζε: «4. Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός, ο οποίος αναλαμβάνει τη σύνταξη της μελέτης ή την επίβλεψη ανέγερσης οικοδομής, συμμετέχει στην επιχείρηση που αναλαμβάνει την ανέγερση και πώληση της οικοδομής, την οποία αφορά η μελέτη ή η επίβλεψη, επιβάλλεται σε βάρος της επιχείρησης φόρος εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της νόμιμης αμοιβής, ανεξάρτητα από κάθε άλλη επιβάρυνση των αποτελεσμάτων της επιχείρησης από φόρο εισοδήματος, πλέον εισφοράς ΟΓΑ δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου.»

[ 91 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 20 παρ. 8γ του Ν 3943/2011  (ΦΕΚ Α΄ 66/31.3.2011), ισχύς από 1.7.2011, σύμφωνα με την παρ. 8θ του ίδιου άρθρου. Το αντικατασταθέν εδάφιο όριζε: «5. Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός που υπογράφει τη μελέτη ή αναλαμβάνει την επίβλεψη είναι μισθωτός της επιχείρησης, η οποία αναλαμβάνει τη μελέτη ή επίβλεψη ή ανέγερση της οικοδομής, η επιχείρηση μπορεί να ζητήσει να επιβληθεί σε αυτόν φόρος δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της νόμιμης αμοιβής, πλέον εισφοράς ΟΓΑ δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου.»

[ 92 ]. Όπως το δεύτερο εδάφιο της περ. β΄ της παρ. 6 του άρθρου 13 προστέθηκε με το άρθρο 5 παρ. 9 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999), ισχύς για συμβόλαια ή συμφωνητικά που συνάπτονται από 17.11.1999 και εφεξής, σύμφωνα με το άρθρο 26 περ. ε΄ του ιδίου νόμου.

[ 93 ]. Όπως ο συντελεστής που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 13 αυξήθηκε αρχικά από δέκα τοις εκατό (10%) σε είκοσι τοις εκατό (20%) με το άρθρο 9 παρ. 2 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002), ισχύς για ποσά που καταβάλλονται ή πιστώνονται από 1.1.2003 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. ζ΄ του ιδίου νόμου και στη συνέχεια αυξήθηκε εκ νέου σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) με το άρθρο 5 παρ. 4 του Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου.

[ 94 ]. Όπως οι λέξεις «ή ευρώ» στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 13 προστέθηκαν με το άρθρο 3 παρ. 7 του ιδίου Ν 3091/2002 , ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. ι΄ του ιδίου νόμου.

[ 95 ]. Όπως η παρ. 7 του άρθρου 13 προστέθηκε και οι πρώην παρ. 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13 αναριθμήθηκαν σε 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14 από το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.2.2005), ισχύς από τη δημοσίευσή του στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου.

[ 96 ]. Όπως ο παλαιός συντελεστής είκοσι τοις εκατό (20%) στην παρ. 8 του άρθρου 13 αυξήθηκε σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) με το άρθρο 5 παρ. 5 του Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου.

[ 97 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 8 [όπως αναριθμήθηκε η πρώην παρ. 7 από το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.2.2005)] του άρθρου 13 τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 παρ. 7 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ), δυνάμει του οποίου προστέθηκαν οι λέξεις «ή ευρώ». Οι πρώην παρ. 6 και 7 του άρθρου 13 είχαν προηγουμένως αναριθμηθεί σε παρ. 7 και 8, αντίστοιχα, με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ.



[ 98 ]. Όπως οι συντελεστές παρακράτησης των περ. α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 9 του άρθρου 13 αναπροσαρμόσθηκαν για ποσά που καταβάλλονται από 1.1.2001 έως και 31.12.2001 από 4%, 4,80% και 10% σε 3,75%, 4,50% και 9,375% αντίστοιχα με το άρθρο 6 παρ. 3 του Ν 2873/2000  (ΦΕΚ Α΄ 285/28.12.2000). Με την ίδια διάταξη ορίστηκε ότι για τα ποσά που θα καταβληθούν από 1.1.2002 και εφεξής, οι συντελεστές παρακράτησης θα ανέρχονται σε ποσοστά 3,50%, 4,20% και 8,75%, αντίστοιχα.

[ 99 ]. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 4 του Ν 3296/2004  (ΦΕΚ Α΄ 53/14.12.2004) η παρούσα παράγραφος έπαυσε να ισχύει για δημόσια ή ιδιωτικά έργα που αναλαμβάνονται από 1.1.2002 και μετά.
[ 100 ]. Η πρώην παρ. 8 του άρθρου 13, η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν 2386/1996  (ΦΕΚ Α΄ 43/7.3.1996, ισχύς για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.1996 και εφεξής, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ιδίου νόμου), και αναριθμηθεί στη συνέχεια αρχικά σε παρ. 9 με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ) και ακολούθως σε παρ. 10 με το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.2.2005, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου), καταργήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 3 Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από 1.1.2010 και εφεξής, για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά περίπτωση από την ημερομηνία αυτή και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 1 περ. α΄ του ιδίου νόμου. Η καταργηθείσα παράγραφος όριζε: «10. Τα έσοδα από έπαθλα ή βραβεία από την κατοχή και εκμετάλλευση δρομώνων ίππων που χρησιμοποιούνται σε αγώνες ιπποδρομίου φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου δέκα τοις εκατό (10%). Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των ιδιοκτητών δρομώνων ίππων για τα έσοδα αυτά». Προηγουμένως, ο συντελεστής παρακράτησης που ορίζονταν στο πρώτο εδάφιο της παρ. 10 είχε αυξηθεί αρχικά από δέκα πέντε τοις εκατό (15%) σε είκοσι τοις εκατό (20%) με την παρ. 2 του άρθρου 9 του Ν 3091/2002  (ΦΕΚ Α΄ 330/24.12.2002, ισχύς για ποσά που καταβάλλονται ή πιστώνονται από 1.1.2003 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 30 περ. ζ΄ του ιδίου νόμου) και κατόπιν μειωθεί σε δέκα τοις εκατό (10%) με το άρθρο 25 παρ. 6 του Ν 3610/2007  (ΦΕΚ Α΄ 258/28.11.2007, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 27 περ. δ΄ του ιδίου νόμου).

[ 101 ]. Όπως η πρώην παρ. 9 του άρθρου 13, η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν 2459/1997  (ΦΕΚ Α΄ 17/18.2.1997, ισχύς για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.1997 και εφεξής, σύμφωνα με το άρθρο 40 του ιδίου νόμου), και στη συνέχεια αναριθμηθεί αρχικά σε παρ. 10 με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ) και κατόπιν σε παρ. 11 με το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.2.2005, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου), καταργήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 3 Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από 1.1.2010 και εφεξής, για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά περίπτωση από την ημερομηνία αυτή και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 1 περ. α΄ του ιδίου νόμου. Η καταργηθείσα παράγραφος όριζε: «11. Οι πάσης φύσεως παροχές που χορηγούνται στα πρόσωπα που εκλέγονται για τον πρώτο και δεύτερο βαθμό της τοπικής αυτοδιοίκησης φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου είκοσι τοις εκατό (20%). Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των δικαιούχων για τις ως άνω παροχές.» Προηγουμένως, ο συντελεστής παρακράτησης του πρώτου εδαφίου της παρ. 11 είχε αντικατασταθεί σε 20% από το άρθρο 5 παρ. 2 του Ν 3296/2004  (ΦΕΚ Α΄ 253/14.12.2004), ισχύς από 1.1.2005 για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά περίπτωση από την ημερομηνία αυτή και μετά.

[ 102 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 παρ. 16 του Ν 2873/2000  (ΦΕΚ Α΄ 285/28.12.2000), ισχύς για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2001 και εφεξής, σύμφωνα με το άρθρο 50 περ. ε΄ του ιδίου νόμου. Ο συντελεστής παρακράτησης 15% του ιδίου εδαφίου αντικαταστάθηκε κατόπιν αρχικά σε 20% από το άρθρο 5 παρ. 2 του Ν 3296/2004  (ΦΕΚ Α΄ 253/14.12.2004, ισχύς από 1.1.2005 για εισοδήματα που αποκτώνται ή δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά περίπτωση από την ημερομηνία αυτή και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 33 περ. α΄ του ιδίου νόμου) και κατόπιν σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) με το άρθρο 5 παρ. 5 του Ν 3842/2010  (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου.

[ 103 ]. Όπως η πρώην παρ. 10 του άρθρου 13, αφού αρχικά προστέθηκε με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν 2459/1997  (ΦΕΚ Α΄ 17/18.2.1997), ισχύς για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.1997 και εφεξής, στη συνέχεια αναριθμήθηκε σε παρ. 11 με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ), και κατόπιν σε παρ. 12 με το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.2.2005, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου.

[ 104 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 13 του άρθρου 13 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 6 του Ν 3522/2006  (ΦΕΚ Α΄ 276/22.12.2006), ισχύς από 1.1.2006, για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή και μετά, καθώς και για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών Αρχών, σύμφωνα με την ίδια παράγραφο του ιδίου άρθρου και νόμου. Το αντικατασταθέν εδάφιο όριζε: «Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται σε αθλητές εθνικών ομάδων, ως επιβράβευση αυτών από το Δημόσιο, λόγω επίτευξης διεθνών στόχων ατομικώς ή ομαδικώς, φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου είκοσι τοις εκατό (20%)».

[ 105 ]. Όπως η πρώην παρ. 11 του άρθρου 13, αφού αρχικά προστέθηκε με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν 2459/1997  (ΦΕΚ Α΄ 17/18.2.1997), ισχύς για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.1997 και εφεξής, στη συνέχεια αναριθμήθηκε σε παρ. 12 με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999, ισχύς από την δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ) και ακολούθως σε παρ. 13 με το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.12.2005), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου. Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 13 προστέθηκαν με το άρθρο 134 παρ. 11 του Ν 2725/1999  (ΦΕΚ Α΄ 121/17.6.1999, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 140 του ιδίου νόμου) στην παρ. 8 του άρθρου 10 του Ν 2459/1997  (ΦΕΚ Α΄ 17/18.2.1997), η οποία τροποποίησε το άρθρο 13 του Ν 2238/1994  (ΦΕΚ Α΄ 151/16.9.1994).
[ 106 ]. Η παρ. 14 του άρθρου 13 καταργήθηκε με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν 3775/2009  (ΦΕΚ Α΄ 122/21.7.2009), ισχύς μετά από ένα μήνα από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 3 του ιδίου νόμου. Η καταργηθείσα παράγραφος όριζε: «14. Τα χρηματικά ποσά που παρέχονται σε όσους συμμετέχουν σε ραδιοφωνικούς, τηλεοπτικούς και λοιπούς παρεμφερείς διαγωνισμούς που διενεργούνται με οποιαδήποτε μορφή φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό υπερβαίνει το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ. Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται από τον καταβάλλοντα κατά το χρόνο της καταβολής του ποσού στο δικαιούχο. Για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των δικαιούχων για τα ποσά αυτά». Προηγουμένως, η πρώην παρ. 12 του άρθρου 13, αφού αρχικά προστέθηκε με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν 2579/1998  (ΦΕΚ Α΄ 31/17.2.1998, ισχύς από 17.2.1998), στη συνέχεια αναριθμήθηκε σε παρ. 13 με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν 2753/1999  (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου και ακολούθως σε παρ. 14 με το άρθρο 15 του Ν 3312/2005  (ΦΕΚ Α΄ 35/16.12.2005), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 22 του ιδίου νόμου. Το πρώην δραχμικό ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών του πρώτου εδαφίου της παρ. 14 καθορίσθηκε σε ευρώ με το άρθρο 9 παρ. 24 του Ν 2948/2001  (ΦΕΚ Α΄ 242/19.10.2001, ισχύς από 1.1.2002).



 πηγή: epixeirisi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου